- Θυίῃ
- Θυίαmortarfem dat sg (epic ionic)Θυίηmortarfem dat sg (epic ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
θυίῃ — θυία mortar fem dat sg (epic ionic) θυίω to be inspired pres subj mp 2nd sg θυίω to be inspired pres ind mp 2nd sg θυίω to be inspired pres subj act 3rd sg θυΐῃ , θυίω to be inspired pres subj mp 2nd sg θυΐῃ , θυίω to be inspired pres ind mp 2nd… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Θυία ή Θυίη — Μυθολογικό πρόσωπο. Το όνομά της σημαίνει θύελλα ή ορμή και προέρχεται, πιθανώς, από το ρήμα θύω (καταλαμβάνομαι από μανία). Κατά τον Ηρόδοτο, η Θ. ήταν Μαινάδα, κόρη του φωκικού βοιωτικού ποτάμιου θεού Κηφισού. Λατρευόταν με εξιλαστήριες θυσίες… … Dictionary of Greek
Θυία — Θυίᾱ , Θυία mortar fem nom/voc/acc dual Θυίᾱ , Θυίη mortar fem nom/voc/acc dual Θυίᾱ , Θυίη mortar fem nom/voc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Θυίας — Θυίᾱς , Θυία mortar fem acc pl Θυίᾱς , Θυία mortar fem gen sg (attic doric aeolic) Θυίᾱς , Θυίη mortar fem acc pl Θυίᾱς , Θυίη mortar fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θυεία — και ιων. τ. θυείη και μτγν τ. θυία και θυΐα και θυΐη, ἡ (Α) [θύος] 1. γουδί («θυία οστρακίνη» ιατρικό γουδί) 2. μετάλλινη λεκάνη με την οποία έπαιζαν το παιγνίδι κότταβος* 3. πάπ. ελαιοπιεστήριο οικιακής χρήσεως για σύνθλιψη ελαιωδών σπόρων ή… … Dictionary of Greek
Άνεμοι — Μυθολογικά πρόσωπα. Πρόκειται για τερατόμορφες προσωποποιήσεις των στοιχείων της φύσης, που προκαλούν τρόμο στους ανθρώπους, ή ήρεμες και ευεργετικές θεότητες (κανονικοί άνεμοι). Οι πρώτοι αντιπροσωπεύονται από τα τέρατα Τυφάωνα ή Τυφωέα, Έχιδνα … Dictionary of Greek
Θυῖαι — Θυία mortar fem nom/voc pl Θυίη mortar fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Θυίαι — Θυίᾱͅ , Θυία mortar fem dat sg (attic doric aeolic) Θυίᾱͅ , Θυίη mortar fem dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Θυίαις — Θυία mortar fem dat pl Θυίη mortar fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Θυίαισιν — Θυία mortar fem dat pl (epic ionic aeolic) Θυίη mortar fem dat pl (epic ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)